Αρχαίοι χρόνοι
Εξακόσια χρόνια π.Χ. ένας Έλληνας μαθηματικός, αστρονόμος και φιλόσοφος, ο Θαλής ο Μιλήσιος, έκανε μερικά από τα πρώτα επιστημονικά πειράματα. Σ' ένα από αυτά παρατήρησε ότι αν τρίψουμε κεχριμπάρι (δηλαδή απολιθωμένο ρετσίνι δέντρων) σε μετάξι ή μαλλί, αυτό παράγει σπινθήρες και αποκτά την ιδιότητα να έλκει μικρά κομμάτια χνούδι, άχυρο κ.λ.π.
Την ίδια παρατήρηση με τον Θαλή έκανε και ο Αριστοτέλης, ενώ και οι δύο απέδωσαν αυτήν την ιδιότητα που έχει το κεχριμπάρι στην υπόθεση ότι ήταν έμψυχο. Ας σημειωθεί ότι ο όρος "ηλεκτρισμός" προέρχεται από τη λέξη "ήλεκτρο" που σημαίνει κεχριμπάρι.
Τι είναι το κεχριμπάρι
Tο κεχριμπάρι είναι μια οργανική ένωση με γενικό τύπο C10H16O. Πρόκειται για απολιθωμένη ρητίνη (ρετσίνι) κωνοφόρων δέντρων που έζησαν τουλάχιστον 30 έως και περισσότερα από 100 εκατομμύρια χρόνια πριν. Η κολλώδης ρητίνη των δέντρων, λίγο πριν καταπλακωθεί από χώμα και θάφτει, μάζευε πάνω της διάφορα υλικά όπως κλαράκια φυτών, φύλλα, άμμο καθώς και έντομα, αράχνες και αλλά μικρά ζωύφια που κόλλαγαν πάνω της και δεν μπορούσαν να ξεφύγουν. Σε πολλές περιπτώσεις το κεχριμπάρι έχει "φυλακίσει" μέσα του την τελευταία πνοή των εντομών λίγο πριν ξεψυχήσουν, ως μια θολή άλω μπροστά από το στόμα τους. Θαμμένη για εκατοντάδες αιώνες κάτω από τη γη, υπό την επίδραση διαφορετικών συνθηκών πίεσης και θερμοκρασίας από αυτών της ατμόσφαιρας, η ρητίνη σταδιακά στερεοποιείται και δημιουργεί το γνωστό μας κεχριμπάρι.
Το κεχριμπάρι δεν είναι ορυκτό, είναι οργανικό υλικό και οι ιδιότητες του μελετούνται από την οργανική χημεία. Είναι μη-κρυσταλλικό υλικό, γεγονός που συνεπάγεται ότι είναι ισότροπο και δεν παρουσιάζει διανυσματικές οπτικές ιδιότητες. Ο δείκτης του είναι χαμηλός ίσος με 1.54. Είναι πολύ μαλακό (σκληρότητα 2 ½ στην κλίμακα Μohs) και το ειδικό του βάρος είναι 1,08 (1,05 έως 1,10 κατά κανόνα) είναι ελάχιστα μεγαλύτερο από αυτό του νερού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιπλέει μέσα σε ένα ποτήρι με αλατισμένο νερό (δέκα κουταλάκια του γλυκού αλάτι μέσα σε 250ml νερό είναι η κατάλληλη αναλογία για να δημιουργηθεί αλατούχο διάλυμα με ειδικό βάρος 1,12) χωρίς αυτό να σημαίνει ότι καθετί που επιπλέει σε αλατισμένο νερό είναι κεχριμπάρι. Εμφανίζει ρητινώδη λάμψη και χυγκωδη θραύσμα.
Το κεχριμπάρι μπορεί να συναντηθεί από εντελώς διάφανο έως σχεδόν διάφανο (υποδιαφώτιστο). Σχεδόν όλα τα κεχριμπάρια περιέχουν εγκλείσματα, τα πιο συνηθισμένα των οποίων είναι οι φυσαλίδες, τα υπολείμματα φυτών (κλαράκια, φυλλαράκια κ.λ.π.), τα διάφορα ζωύφια (μύγες, μυρμήγκια, σκαθάρια, κουνούπια, αράχνες, σκορπιούς, μέλισσες, σφήκες, τερμίτες, σαρανταποδαρούσες, ακρίδες κ.λ.π.) και σε μερικές περιπτώσεις διάφορα ορυκτά (σιδηροπυρίτης, ασβεστίτης κ.λ.π.). Σε σπάνιες περιπτώσεις το κεχριμπάρι εμφανίζεται εντελώς καθαρό. Το χρώμα του μπορεί να κυμαίνεται σε όλες τις αποχρώσεις του καφέ και του κίτρινου. Συνήθεις είναι οι περιπτώσεις κεχριμπαριών με γαλαζωπό η πρασινωπό χρώμα.
Μια χαρακτηριστική ιδιότητα του κεχριμπαριού είναι η ηλεκτρική του αγωγιμότητα. Αν τρίψουμε το κεχριμπάρι με ένα μάλλινο ύφασμα, αναπτύσσει αμέσως στα άκρα του ηλεκτρικά φορτία και έλκει μικρά κομματάκια χαρτιού η αλλά ελαφρά αντικείμενα. Την ίδια ιδιότητα παρουσιάζει και το πλαστικό, επομένως ο στατικός ηλεκτρισμός δεν αποτελεί ασφαλή μέθοδο διαχωρισμού. Μια άλλη ιδιότητα του κεχριμπαριού είναι ο φθορισμός του στην υπεριώδη ακτινοβολία. Κατά κανόνα τα κεχριμπάρια επιδεικνύουν ένα λευκό-γαλανό ή κιτρινωπό χρώμα στα μακρά κύματα της υπεριώδους ακτινοβολίας και παρόμοιο, ίσως και πρασινωπό, αλλά πιο αδύνατο χρώμα στα βραχέα. Αν το κεχριμπάρι έχει υποστεί επιφανειακή επεξεργασία πιθανότατα ο φθορισμός του να μην είναι ορατός. Σε μερικές εξαιρετικές περιπτώσεις ένα κεχριμπάρι μπορεί να επιδεικνύει γαλάζια, ιώδη ή πρασινωπό φθορισμό στο φως του ήλιου. Επίσης, το κεχριμπάρι δεν "ξεφλουδίζει" αν χρησιμοποιήσουμε ένα κοφτερό μαχαίρι. Αν προσπαθήσουμε να "ξεφλουδίσουμε" το κεχριμπάρι με μαχαίρι, να βγάλουμε δηλαδή μια φλοίδα από την επιφάνεια του, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να το θρυμματίσουμε σε μικροσκοπικά θραύσματα. Γενικά, το κεχριμπάρι είναι εύθρυπτο.
Το κεχριμπάρι είναι κακός αγωγός της θερμότητας γι' αυτό αν το ακουμπήσουμε στα χείλη μας αφήνει μια αίσθηση ζεστασιάς. Την ίδια όμως ιδιότητα έχουν πολλές απομιμήσεις του, κυρίως τα πλαστικά, αλλά όχι το γυαλί, το οποίο είναι παγωμένο στην αφή και διαχωρίζεται αμέσως. Όταν καίγεται αναδύει μια όμορφη αρωματική μυρωδιά ρετσινιού ή μοσχολίβανου γιατί μόνο οι ρητίνες αναδύουν αυτό το άρωμα. Τα διάφορα πλαστικά αφήνουν μια στυφή, χαρακτηριστική μυρωδιά ενώ το γυαλί ή άλλες απομιμήσεις του δεν καίγονται. Με το πέρασμα του χρόνου το κεχριμπάρι οξειδώνεται και το χρώμα της επιφάνειάς του σκουραίνει. Αν θέλουμε να δούμε το πραγματικό λαμπερό του χρώμα θα πρέπει να το ξύσουμε με ένα μαχαιράκι.
Που βρίσκεται
Το κεχριμπάρι βρίσκεται σήμερα σε συγκεκριμένες τοποθεσίες στη γη. Η κυριότερη πηγή του είναι οι ακτές της Βαλτικής Θάλασσας (Λιθουανία, Λετονία, κ.λ.π.) και ιδιαίτερα η περιοχή του Καλίνιγκραντ της Ρωσίας. Το κεχριμπάρι της Βαλτικής συνήθως αναφέρεται ως Σοξινίτης (Sucenite). Κεχριμπάρι βρίσκουμε επίσης στη Σικελία, κατά μήκος του ποταμού Σιμέτο κοντά στην Λατάνια, που είναι γνωστό με το όνομα Σιμετίτης (Simetite), στη Ρουμανία, γνωστό με το όνομα Ρουμανίτης (Roumanite), στην περιοχή Γκαντσνσκ η Νταντζιγκ της Πολωνίας, γνωστό με το όνομα Γεδανίτης (Gedanite) αλλά και στη Βιρμανία, γνωστό με το όνομα Βιρμανίτης (Burnite). Επίσης στη Δομινικανή Δημοκρατία, στον Καναδά καθώς και σε άλλες περιοχές της Κεντρικής Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι επιστήμονες ανά τον κόσμο δεν ενθαρρύνουν τη χρήση των τοπικών ονομασιών του κεχριμπαριού και προτείνουν όλα να αναφέρονται απλά ως κεχριμπάρι, ακολουθούμενα από την περιοχή προέλευσης.
Σε διάφορες περιπτώσεις γινόταν εξόρυξη κεχριμπαριού στο παρελθόν, που όμως τώρα έχει σταματήσει. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι το κεχριμπάρι των αραβικών χωρών, που έχει μείνει γνωστό ως κεχριμπάρι Καχραμαν. Το Καχραμαν ήταν πολύ καλής ποιότητας αλλά εξαιρετικά εύθραυστο.
Το φατουράν
Επεξεργασία - εμπόριο
Ένα κομμάτι γνήσιου, φυσικού κεχριμπαριού μπορεί να πωληθεί ως έχει, χωρίς καμία επιπλέον επεξεργασία. Τις περισσότερες φορές όμως τα κεχριμπάρια είναι θαμπά η θολά, έχουν πολλά εγκλείσματα που τα σκοτεινιάζουν και δεν δημιουργούν ευχάριστη εντύπωση στους υποψήφιους αγοραστές.
Γι' αυτό το λόγο υπόκεινται σε διάφορες επεξεργασίες. Η πιο γνωστή ονομάζεται καθαρισμός (clarification) και επιτυγχάνεται με το "μαγείρεμα" των κεχριμπαριών σε φυσικά ή αυθεντικά έλαια. Με αυτό τον τρόπο απομακρύνονται τα νέφη και αυξάνεται η καθαρότητα των κεχριμπαριών. Τις περισσότερες φορές όμως δημιουργούνται χαρακτηριστικά σπασίματα τα οποία αναφέρονται ως "πούλιες" (sun spangles), "νούφαρα" (lily pads) η "φύλλα νεροκάρδαμου" (nasturtium leaves).
Πολλές φορές τα σπασίματα αυτά προκαλούνται σκοπίμως αλλά πρέπει να έχουμε κατά νου ότι και μερικά φυσικά κεχριμπάρια χωρίς καμία επεξεργασία μπορεί να επιδεικνύουν τέτοια "νούφαρα". Μια άλλη συνήθης επεξεργασία που υπόκεινται τα κεχριμπάρια είναι η βαφή. Συνήθως βάφονται κοκκινωπά ή πρασινωπά για λόγους εμπορικούς. Στην πραγματικότητα, αν αφήσουμε ένα κεχριμπάρι πολλά χρόνια στην ατμόσφαιρα, αυτό θα αποκτήσει μια ερυθρωπή απόχρωση και αυτό προσπαθεί να μιμηθεί η επεξεργασία της βαφής.
Ένα διαφορετικό υλικό με το όνομα "κεχριμπαροειδές" (ambroid) είναι πολύ γνωστό στην αγορά και δημιουργείται από μικροσκοπικά κομμάτια κεχριμπαριού που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν από μόνα τους στην κοσμηματοποιία. Τα μικρά αυτά κομμάτια λιώνουν και ενώνονται μεταξύ τους σε συγκεκριμένες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης έτσι ώστε μετά την επαναστερεοποιήση τους να δημιουργούν μεγάλα τεμάχια, κατάλληλα για το εμπόριο.
- Φυσικό κεχριμπάρι που δεν έχει υποστεί καμία επεξεργασία
- Φυσικό κεχριμπάρι που δεν έχει υποστεί είτε βαφή είτε θερμική είτε άλλη επεξεργασία
- Κεχριμπαροειδές-πεπιεσμένο κεχριμπάρι (Ambroid)
- Κοπάλιο (φυσική ρητίνη παρόμοιας σύστασης με του κεχριμπαριού αλλά πολύ νεότερη)
- Καούρι Γκάμα (Kauri Gum)-μια ποικιλία κοπαλίου από τη Νέα Ζηλανδία
- Αλλη φυσική ή συνθετική ρητίνη που θυμίζει κεχριμπάρι.
- Πλαστικό-Βακελίτης (bakelite)
- Πλαστικό-Καζεΐνη η τυπινη (casein)
- Πλαστικό-Σελουλόιντ (celluloid)
- Πλαστικό-Μη εύφλεκτο σελουλόιντ (safety celluloid)
- Πλαστικό-Περαπεξ (Perspex)
- Πλαστικό-Πολυστυρένιο (polystyrene)
- Μείγμα πλαστικού και κομματιών κεχριμπαριού
- Άλλο πλαστικό που θυμίζει κεχριμπάρι
- Ύελος, φυσική ή συνθετική, κατάλληλου χρώματος
- Χαλκηδόνιος κατάλληλου χρώματος
- Κάτι Άλλο εκτός των παραπάνω, όπως για παράδειγμα πολυκαιρισμένα αυγά κ.α.
Αν ακόμη επιμένετε ότι το τεμάχιο που κρατάτε στα χέρια σας είναι οπωσδήποτε κεχριμπάρι, μερικές ακόμη παρατηρήσεις μπορούν να σας γεμίσουν αμφιβολίες:
1. Οι περισσότερες από τις παραπάνω απομιμήσεις του κεχριμπαριού είναι πειστικές.
2. Η παρουσία φυτικών ή ζωικών οργανισμών μέσα στο κεχριμπάρι δεν αποτελούν απόδειξη της γνησιότητας του. Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να τοποθετούνται μέσα στις πλαστικές απομιμήσεις σύγχρονα έντομα που επιδεικνύουν σημάδια ασφυξίας. Το ίδιο συμβαίνει τοποθετώντας φυλλαράκια, κλαράκια και οτιδήποτε άλλο μπορεί να βρεθεί και σε ένα Φυσικό κεχριμπάρι.
3. Η παρουσία "νούφαρων" μέσα στο κεχριμπάρι δεν αποτελεί ένδειξη ότι αυτό είναι θερμικό επεξεργασμένο η όχι. "Νούφαρα" και "πούλιες" μπορούν να υπάρχουν και σε επεξεργασμένα και σε μη επεξεργασμένα κεχριμπάρια. Η βαφή σε ένα κεχριμπάρι είναι σχεδόν αδύνατον να αναγνωριστεί εκτός εάν κόψουμε ένα κομμάτι του και παρατηρήσουμε το χρώμα στο εσωτερικό του.
4. Στο αλατισμένο νερό επιπλέουν εκτός του κεχριμπαριού και όλες οι φυσικές ρητίνες που χρησιμοποιούνται για απομίμησή του, το πεπιεσμένο κεχριμπάρι καθώς και μερικά πλαστικά.
Γενικά μπορούμε να πούμε ότι όλες οι απομιμήσεις του κεχριμπαριού (πιο σωστό είναι να λέμε εξομοιώσεις η ομοιώματα (simulants) καθώς ο όρος απομίμηση (imitation) έχει πιο συγκεκριμένο ορισμό) ανήκουν σε τρεις κατηγόριες:
1. Ρητίνες με ίδια σύσταση με το κεχριμπάρι. Σε αυτές περιλαμβάνονται το πεπιεσμένο κεχριμπάρι (κεχριμπαροειδές) και το Κοπάλιο.
2. Πλαστικά με παρόμοια εμφάνιση και ιδιότητες. περιλαμβάνονται ο Βακελίτης, η Καζεΐνη, το Σελουλόιντ, το Περσπεξ, το Πολυστυρένιο και μερικά ακόμη. Συχνές είναι οι απομιμήσεις όπου κομμάτια κεχριμπαριού βυθίζονται μέσα σε κύρια μάζα πλαστικού.
3. Αλλά υλικά με παρόμοια εμφάνιση. Τα κυριότερα είναι η Ύελος και ο Χαλκηδόνιος.
Οι κυριότερες παρατηρήσεις που μπορούν να γίνουν για κάθε μια περίπτωση αναλύονται παρακάτω:
1. Το πεπιεσμένο κεχριμπάρι (Ambroid-κεχριμπαροειδές) έχει παρόμοιο ειδικό βάρος με το Φυσικό κεχριμπάρι και επιπλέει και αυτό σε απλό αλατούχο διάλυμα. Όταν καίγεται αφήνει το ίδιο όμορφο άρωμα με το φυσικό ενώ παρουσιάζει και την ίδια ιδιότητα να θρυμματίζεται και όχι να ξεφλουδίζει αν το πιέσουμε με ένα κοφτερό μαχαίρι. Τα παλαιοτέρου τύπου κεχριμπαροειδή εμφανίζουν μια χαρακτηριστική ταινιωτή δομή, με εναλλακτικές μπάντες από καθαρό και νεφελώδες υλικό. Άλλο ένα χαρακτηριστικό τους ήταν οι επιμηκυμένες φυσαλίδες εξαιτίας της θερμοκρασίας και της πίεσης της επεξεργασίας οι οποίες συνήθως ήταν διατεταγμένες παράλληλα προς μια συγκεκριμένη διεύθυνση. Στα φυσικά κεχριμπάρια οι φυσαλίδες είναι κατά κανόνα σφαιρικές. Στα πιο πρόσφατα όμως κεχριμπαροειδή λείπουν και οι φυσαλίδες και η ταινιωτή δομή. Η εσωτερική του δομή χαρακτηρίζεται ως "σιροπιαστή" ή "θολή". Πολλές φορές επιδεικνύει ανώμαλη διπλή διάθλαση κάτω από το πολωσιοσκόπιο εξαιτίας εσωτερικών τάσεων σε αντίθεση με το Φυσικό κεχριμπάρι το οποίο παραμένει συνήθως τμηματικά φωτεινό κατά μια πλήρη περιστροφή. Τέλος, ο φθορισμός του πεπιεσμένου κεχριμπαριού είναι συνήθως πολύ ισχυρότερος από αυτόν του φυσικού και επιδεικνύει ένα λαμπερό γαλάζιο χρώμα στα μακρά κύματα του υπεριώδους. Πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι πάντα εύκολο να ξεχωρίσουμε το Φυσικό από το πεπιεσμένο κεχριμπάρι.
2. Το Κοπάλιο, ως ρητίνη, εμφανίζει και αυτό παρόμοιες ιδιότητες με το κεχριμπάρι. Αν τοποθετήσουμε όμως στην επιφάνεια του μια σταγόνα αιθέρα ή αλκοόλης, το Κοπάλιο "μαλακώνει" στο συγκεκριμένο σημείο και γίνεται κολλώδες. Αυτό δεν συμβαίνει με το κεχριμπάρι, που μένει ανεπηρέαστο. Το Κοπάλιο λιώνει πιο εύκολα από το κεχριμπάρι όταν το τρυπήσουμε με μια καυτή βελόνα. Επίσης η επιφάνεια του τείνει να αναπτύσσει πιο εύκολα σπασίματα και ρωγμές από ότι του κεχριμπαριού. Μέσα στο Κοπάλιο είναι δυνατό να βρεθούν έντομα είτε φυσικά είτε τεχνητά και γι' αυτό η παρουσία τους δεν αποτελεί ένδειξη γνησιότητας.
3. Τα πλαστικά είναι οι πλέον πειστικές απομιμήσεις του κεχριμπαριού καθώς παρουσιάζουν παρόμοια εμφάνιση, χρώμα και ηλεκτρικές ιδιότητες. έχουν όμως διαφορετικό δείκτη διάθλασης και διαφορετικό ειδικό βάρος από το κεχριμπάρι. Επίσης τα πλαστικά τείνουν να κόβονται σε φλούδες με τη βοήθεια ενός μαχαιριού ενώ το κεχριμπάρι θρυμματίζεται. Ένα καλά προετοιμασμένο αλατούχο διάλυμα με ειδικό βάρος στα 1,12 είναι ικανό να ξεχωρίσει τα πλαστικά από το κεχριμπάρι. Όλες οι πλαστικές απομιμήσεις βυθίζονται ενώ το κεχριμπάρι επιπλέει. Εξαίρεση αποτελεί το πολυστυρένιο (με ειδικό βάρος 1,05) το οποίο και αυτό επιπλέει αλλά, από τη μια το πολυστυρένιο σπάνια χρησιμοποιείται ως απομίμηση του κεχριμπαριού και από την άλλη μπορούμε να το ξεχωρίσουμε "ξεφλουδίζοντάς" το με ένα μαχαίρι. Όλα τα πλαστικά βγάζουν "φλούδες" υπό την επίδραση ενός μαχαιριού, αλλά ο Βακελίτης και η Καζεΐνη τείνουν να ξεφλουδίζουν σε πιο συνεκτικά κομμάτια που πιθανόν να μπερδευτούν με τα θρύμματα που αφήνει ένα κεχριμπάρι. Γι' αυτό και ο συγκεκριμένος έλεγχος πρέπει να γίνεται με προσοχή και απαιτεί μεγάλη εμπειρία. Όλα τα πλαστικά όταν καίγονται έχουν διαφορετικό άρωμα από αυτό του κεχριμπαριού. Ειδικά, για την Καζεΐνη, αν τοποθετήσουμε πάνω της μια σταγόνα νιτρικού οξέος, αυτή αφήνει πάνω στην επιφάνεια της μια κίτρινη κηλίδα, χαρακτηριστικό μόνο της καζεΐνης.
4. Το γυαλί αφενός δεν είναι πειστική απομίμηση, αφετέρου μπορεί να διαχωριστεί πολύ εύκολα από το ειδικό του βάρος που είναι πολύ μεγαλύτερο από του κεχριμπαριού και από την παγωμένη αίσθηση που αφήνει στην αφή, εξαιτίας της καλής θερμικής αγωγιμότητας του. Δεν καίγεται και δεν θρυμματίζεται με τη βοήθεια του μαχαιριού.
5. Ο Χαλκηδόνιος δεν είναι ούτε αυτός πειστική απομίμηση και θυμίζει κεχριμπάρι μόνο στο κατάλληλο χρώμα. Έχει πολύ υψηλό ειδικό βάρος, δεν καίγεται, δεν θρυμματίζεται και διαχωρίζεται εύκολα από το κεχριμπάρι από την χαρακτηριστική δομή του.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι από τους παραπάνω έλεγχους μερικοί είναι καταστροφικοί. Η χρήση της καυτής βελόνας για να μυρίσουμε το άρωμα του κεχριμπαριού ή του μαχαιριού για να δούμε αν ξεφλουδίζει η θρυμματίζεται πρέπει να γίνεται με πολύ προσοχή, σε ένα μη-ορατό σημείο του κεχριμπαριού (στην άκρη της οπής που κατασκευάζεται για να περάσει το τεμάχιο σε περιδέραιο) και μόνο αν οι υπόλοιποι μη-καταστροφικοί έλεγχοι δεν έχουν επιφέρει κάποιο αποτέλεσμα.
Γενικά, οι καταστροφικοί έλεγχοι πρέπει να αποφεύγονται ή να πραγματοποιούνται μόνο σε δείγματα που προορίζονται για αυτό το σκοπό.